Ο ορφανός πρόσφυγας που θα κατακτήσει τον κόσμο

Γράφει ο Άγγελος Αναστασόπουλος

Το 2015 παρακολούθησα το Μουντιάλ Αστέγων, στο Άμστερνταμ. Η Ελλάδα κατέκτησε το τρόπαιο. Τα παιδιά του Χρήστου Αλεφάντη, αυτού του καταπληκτικού τύπου που βρίσκεται πίσω από το περιοδικό δρόμου «Σχεδία», πήραν μια νίκη στο γήπεδο και στη ζωή. Τις ομάδες στο Παγκόσμιο Κύπελλο Αστέγων απαρτίζουν άνθρωποι που είναι ή υπήρξαν άστεγοι τον τελευταίο χρόνο. Άντρες, γυναίκες, πρώην τοξικομανείς και πρόσφυγες. Ναι, πρόσφυγες. Δεν χρειάζεται να έχεις το αίμα του Μεγαλέξανδρου, ή ό,τι άλλη μπούρδα σκεφτεί κανείς, για να είσαι μέλος της Εθνικής Αστέγων Ελλάδας. Αρκετά έχουν τραβήξει αυτοί οι άνθρωποι. Δεν χρειάζονται άλλη μια δόση αποκλεισμού.

Το θέμα μου σήμερα δεν είναι η Εθνική Αστέγων. Αν θέλουν ο Μάρκος και ο Γιάννης μπορώ να το αναλύσω σε βάθος κάποια άλλη φορά. Όχι. Έσπασα κάθε κανόνα δημοσιογραφικής λογικής, «έθαψα» το λιντάκι μου και θα ασχοληθώ με ένα προσφυγάκι που την Κυριακή μού έκλεψε την καρδιά.

Ο Μουσταφά Σισέ έχασε πολύ μικρός τους γονείς του. Θα μπορούσε και ο ίδιος να πεθάνει. Στη Γουινέα, ακόμα και πριν το πραξικόπημα του 2021, η ζωή δεν ήταν εύκολη για ένα ορφανό. Θα μπορούσε κάλλιστα να δικαιολογεί σήμερα το στίχο του Καββαδία: «και σε που σε φυτέψαμε, παιδί στο Κονακρί, με γράμμα συμβουλευτικό της μάνας σου στην τσέπη». Στα 15 του ο Σισέ ακολούθησε ένα καραβάνι από το Κονακρί ως την Τρίπολη της Λιβύης. Σκάρτα 4.000 χιλιόμετρα. Και από εκεί φουσκωτή σχεδία για τη Νότια Ιταλία.

Στην Ιταλία βρήκε κάτι συγγενείς της μάνας του, που τον έγραψαν σε μαθήματα ιταλικών και τον πίεσαν να τελειώσει το σχολείο. Για να ξεδίνει το έριξε στην μπάλα. Το 2019 έγινε μέλος της ομάδας προσφύγων της Ρινασίτα, όπου μετέχουν ποδοσφαιριστές που αναζητούν ή έχουν πάρει άσυλο και εδρεύει στο Λέτσε.

Έπαιζε στην όγδοη κατηγορία του ιταλικού ποδοσφαίρου. Δεν σκεφτόταν τον πρωταθλητισμό. Σκεφτόταν την επιβίωση. Κι έπαιζε με όλο του το είναι. Τον Φλεβάρη τον ανακάλυψε η Αταλάντα και τον έφερε στο Μπέργκαμο. Τρία ματς με την ομάδα νέων, τρία γκολ. Και να που ο Γκασπερίνι τον καλεί στην αποστολή με την Μπολόνια. Το ματς δεν πήγαινε καλά. Είχε πέσει περονόσπορος στους επιθετικούς. Εκτός ο Σαπάτα, εκτός ο Μπογκά, εκτός ο Ίλιτσιτς, ανέτοιμος ο Πάσαλιτς. Στο 65’ η ταμπέλα με το νούμερο 99 σηκώθηκε. Ο 18χρονος Μουσταφά μπήκε στο γήπεδο και 17 λεπτά μετά έγινε πρωτοσέλιδο. Μέτριο κοντρόλ με το δεξί, αλλά άψογο πλασέ με το αριστερό. Γκολ! Το πιο όμορφο από τα γκολ. Το πιο μεγάλο. Δεν νίκησε μόνο η Αταλάντα. Δεν νίκησε μόνο το ποδόσφαιρο. Νίκησε η ζωή.

Ο Σισέ έχει όλο το μέλλον μπροστά του. Ένα μέλλον που έχτισε ο ίδιος, με τα παιδικά του χέρια και πόδια. Ένας άνθρωπος χωρίς οικογένεια, χωρίς πατρίδα, έκανε οικογένειά του την Αταλάντα και πατρίδα του το ποδόσφαιρο.

Και κάπου εκεί έρχεται να χαλάσει τη μαγιά ο μέσα μου πεσιμιστής. Γιατί σκέφτομαι πως αν δεν είσαι Σισέ, αν δεν είσαι Αντετοκούνμπο, δεν έχεις τις ίδιες ευκαιρίες με όσους γεννήθηκαν σε ένα καθεστώς μιας κάποιας σταθερότητας. Εσύ κι εγώ έχουμε την πολυτέλεια να είμαστε μέτριοι. Κάποιοι άνθρωποι πρέπει να είναι τέλειοι. Γιατί «αν δεν γεννηθείς αστέρι, η ζωή πώς περιμένεις να σε ξέρει»; Δεύτερο στιχάκι σε ένα κείμενο. Έτοιμος για το Δίφωνο είμαι…